Γιάννης Βέλλας - ΜΠΟΕΜ (σελ. 33 – 35)

Αλλά στο περιβόλι γινόταν το γλέντι το μεγάλο, στο περιβόλι του Κεφαλά που μαζευόμαστε τις ώρες που είχαμε ελεύθερες και τραγουδάγαμε οικογενειακώς όλα τα παιδιά και ακόμα οι γονείς μας, όταν ο πατέρας μου ήταν εδώ και δεν έλειπε σε κάποιο ταξίδι με τα βαπόρια. Ένα απόγευμα Κυριακής που τραγουδούσαμε, μπήκε στον κήπο ένας νέος άνθρωπος, βέβαια μεγαλύτερος από εμάς, μας άφησε να τελειώσουμε το τραγούδι και μετά ήρθε και συστήθηκε μόνος του. -«Λέγομαι Γιάννης Βέλας» είπε, «έχω συγκρότημα χαβαγιανέζικο και ζητώ τενόρο για να κάνω δίσκο… » Από κει ξεκινάμε για τον πρώτο δίσκο και αρχίζει η επαγγελματική μου καριέρα στο τραγούδι. Ήμουν τότε δεκαπέντε- δεκάξι χρονών. Ο Γιάννης Βέλας είχε εκείνη την εποχή στην πλατεία Βάθη, απέναντι από την αποθήκη χρωμάτων του Αποστολόπουλου που δούλευε ο Κεφαλάς, ένα εργαστήρι ξυλουργικό. Είχε ακόμα και δυο τρεις κότες για να του κάνουν φρέσκα αυγά. Εκεί αρχίσαμε τις πρόβες για τον πρώτο δίσκο που ηχογραφήσαμε, και τις επόμενες τις κάναμε στο σπίτι των δικών του που βρισκόταν κοντά στο λόφο του Κολωνού. Είχε μια θαυμάσια μητέρα, έναν καλότατο πατέρα και δυο αδερφές -η μία παντρεμένη με έναν αστυνομικό και η άλλη άρρωστη από μία ανίατη ασθένεια της εποχής. Η δεύτερη ερχόταν στο σπίτι του Γιάννη μόνο τις Κυριακές και θυμάμαι πως ο άντρας της είχε το περίπτερο στον ηλεκτρικό σταθμό Πειραιώς. Εκεί κάτω λοιπόν μπαινόβγαιναν κάθε μέρα και περισσότερο το βράδυ στιχουργοί και τραγουδιστές, πολλούς από τους οποίους θυμάμαι και θα αναφέρω πιο κάτω. Το 1935 ο Βέλας με ένα τραγούδι που έγραψε σε στίχους του Κώστα Κοφινιώτη με τίτλο «Κάποτε κλάψαμε κι οι δύο» έκανε τεράστιο σουξέ και με αυτό καθιερώθηκε σαν μεγάλος συνθέτης. Κι έγραψε πάρα πολλά τραγούδια, το «Είμαι ερωτευμένος με τα μάτια σου» και εκατοντάδες άλλα, πριν και μετά τον πόλεμο.